Η Συμβολή της
Ρωσίας
στην ίδρυση του Ελληνικού
Κράτους.
(Διάλεξη που δόθηκε στο Λύκειο των Ελληνίδων Ρεθέμνους στις 20.3.2016 με την ευκαιρία της επετείου της 25ης Μάρτη σε συσχετισμό με την αφιέρωση του 2016 χρόνου στους Ιστορικούς - Πολιτιστικούς και Θρησκευτικούς Δεσμούς που συνδέουν το Ελληνικό με το Ρωσικό Έθνος).
Σεβασμιότατε, Συμπολίτισσες και Συμπολίτες μου, Ελληνίδες κ Έλληνες,
ο Θεός να Σας ευλογεί.
Πριν από μισό αιώνα, 54 τόσα χρόνια, νεοδιορισμένος τότε Δάσκαλος, τιμήθηκα κι ανέβηκα σ’ αυτό το Βήμα για πρώτη φορά. Κ
είναι η τέταρτη φορά που με τιμά σήμερα το Λύκειο
των Ελληνίδων και μου επιτρέπει αυτή την ευχάριστη επικοινωνία με την Κοινωνία του Ρεθέμνους μας.
Παρακαλώ Σας
λοιπόν να μου επιτρέψετε, πριν αναφερθώ στο θέμα μου, να προτάξω τιμητικά μικρή αναφορά και ν’
ανακαλέσω στη μνήμη μας τα πρόσωπα, που κατά τις προηγούμενες ομιλίες μου
υπηρετούσαν και τιμούσαν με την προσφορά τους το Λύκειο
των Ελληνίδων και τον Τόπο μας.
Αυτά τα πρόσωπα
τίμησαν και την ταπεινότητά μου, ως Πρόεδροι
και Μέλη Δ.Σ. του ιστορικού Λυκείου των Ελληνίδων της Πόλης
μας. Ως Προέδροι: Ιωάννα Γ. Τσουδερού, Μαρία Εμ.
Τσιριμονάκη και Ιωάννα Θ. Βαλαρή. Ως Μέλη: Δανάη Φιλιώτου, Μαρία Πορτάλιου, Ελένη Πρεβελάκη, Αρσινόη
Ρολόγη, Αικατερίνη Ελ. Χαλιαδάκη, Τιτίκα
Ηλ. Σκουλά, Ελένη Θεοχ. Κατσαντώνη. Να
ευχηθώ στο Θεό για την υγεία και
τη μακροημέρευση όσων βρίσκονται ακόμη στη ζωή. Κι ανάπαυση στους κόλπους του Αγίου Θεού στις ψυχές αυτών, που ήδη
εγκατέλειψαν τα εγκόσμια. Με τη διαβεβαίωση ότι διατηρώ αγαθή μνήμη για την
προσωπικότητά τους…
…Αγαπητές και
Αγαπητοί μου,
Ας πάμε με τα φτερά της φαντασίας μας δυο αιώνες πίσω. Σε μια εποχή, που τούτος ο Τόπος
βρισκόταν σε τέτοιο αναβρασμό. Σε τέτοια
κατάσταση στερήσεων και δυστυχίας. Σε τέτοιες συνθήκες αθλιότητας. Τέτοιες, που
τρομάζω στην ιδέα κι απεύχομαι να επανέλθει σ’ αυτές στους αιώνες των αιώνων.
Απεύχομαι να βιώσει ο Ελληνισμός εκ νέου καταστάσεις ανάλογες μ’ αυτές που
βίωνε τότε. Και το απεύχομαι σε ώρα, που
καταβάλλονται φιλότιμες προσπάθειες για την επιστροφή μας σ’ αυτές από τους
εχθρούς του Έθνους και της Θρησκείας μας…
Το Νοέμβρη του 1823 ο Τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος
Α΄ επιδίωξε συνάντηση των Μ.Ε.Δ.
στην Πετρούπολη, με θέμα την από κοινού συναίνεση στην επίλυση του Ελληνικού
Προβλήματος, με βάση την άποψη, που είχε εκφράσει για την επίλυσή του πιο παλιά
ο Καποδίστριας.
Από τις Μ.Ε.Δ. μόνο η Βρετανία
δεν απάντησε στο κάλεσμα του Τσάρου. Διά του Πρέσβη της όμως στην Κων/πολη δήλωσε ειρωνικά
πως, μια τέτοια συνάντηση «…θ’ αποτελούσε μάλλον εμπορική παρά πολιτική
πράξη…».
Κι ως εκ τούτου, η Διάσκεψη δεν πραγματοποιήθηκε.
Η Βρετανία,
με τον τρόπο αυτό, απέδειξε γι’ άλλη μια φορά, τις αρνητικές προθέσεις της ως
προς την επίλυση του Ελληνικού Ζητήματος. Η άρνηση της συμμετοχής της
στο κάλεσμα του Αλεξάνδρου, υπονόμευε το θεσμό της ανίερης «Ιεράς Συμμαχίας».
Σημάδι ευνοϊκό για την Ελληνική
υπόθεση. Προοιώνιζε μια πιθανή διάσπαση της ανίερης αυτής Συμμαχίας της «Κάστας»
των Εστεμμένων κ έδιδ’ ελπίδες
δίκαιης επίλυσης αυτού του Ελληνικού Ζητήματος.
Έτσι, όπως τώρα η στάση της Βρετανίας
προοιωνίζει τη διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και μαζί με την πολιτική,
που ασκείται από τη Γερμανία κι ακολουθείται πιστά κι από κάποια Κράτη-Μέλη
αυτού του οικονομικού μορφώματος, βοηθά να γίνει συνείδηση στην Ηγεσία και στους δορυφόρους του Δ’ Ράϊχ, που ύπουλα
κυριαρχεί κ υποβόσκει στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, πως έφτασε ο κόμπος στο
χτένι.
Καιρός είναι να
καταλάβει κι ο απόγονος ΝΑΖΙ αξιωματικού
των SS, που ξερνά τ’ απωθημένα του στα μούτρα των Ελλήνων, πως οι
Έλληνες δεν αποτελούμε πτυελοδοχεία των ΝΑΖΙ. Η δε Εβραιογερμανίδα Καγκελάριος να διαλέξει ή την
ενότητα της Ε.Ε. και την άμεση μεταβολή του τοκογλυφικού μορφώματος
αυτού σε δίκαιο Κράτος ισότιμων ομόσπονδων Κρατών-Μελών ή τους παραδοσιακoύς δεσμούς στενής φιλίας, που
συνδέουν τη Γερμανία με την Τουρκία του εκβιαστή παντουρκιστή γκρίζου
Λύκου.
Η δε Ελλάδα να εχτιμήσει σωστά την γεωστρατηγική, γεωπολιτική, γεοοικονομική αξία
που κατέχει, και να πάψει να εμπιστεύεται την Εξουσία σε διαχειριστές Σιωνιστές συνεργάτες του Εχθρού. Σ’ αυτούς,
που δρουν μέσα κ έξω από την Επικράτεια. Σ’ αυτούς, που σύρουν προς την καταστροφή και διασύρουν
διεθνώς το Έθνος των Ελλήνων. Δεν
επιθυμούμε να επανέλθομε στην περίοδο 1941-1944.
Και πολύ περισσότερο απευχόμαστε τη μεγάλης διάρκειας περίοδο, που βίωσε ο Ελληνισμός στο σύνολό του ως το 1829, κ ιδιαίτερα οι πρόγονοί μας Ελληνοκρητικοί
ως το 1898 τουλάχιστο. Γι’ άλλα 70 ακόμη χρόνια, πέραν από την
ίδρυση Ελληνικού Κράτους.
Αφού η Βρετανία τότε δεν απάντησε στην πρόταση
της Ρωσίας μέσα σ’ εύλογο χρόνο, έδωσε το δικαίωμα στον Τσάρο να
την αγνοήσει, και να προχωρήσει χωρίς αυτή στη χάραξη της Ρωσικής
πολιτικής στα Βαλκάνια. Καιρός ήταν να αποδεσμευτεί από τη εξάρτηση της
κοινοπραξίας. Όπως είναι και για μας
καιρός ν’ απεξαρτηθούμε από τον εχθρικό εναγκαλισμό της Σιωνιστικής Γερμανικής
«Μαφίας».
Έτσι ο Τσάρος
στις 9.1.1824 προχώρησε σε δική του
πρόταση προς τις άλλες Μ.Ε.Δ., που
γίνηκε γνωστή με την ονομασία «Σχέδιο
των τριών Σημείων» ή αλλιώς «Σχέδιο
των τριών Τμημάτων». Αυτό το σχέδιο πρότεινε σε κοινή αποδοχή των Μ.Ε.Δ.,
όχι για να καταπνίξουν την Επανάσταση
των Ελλήνων, όπως επεδίωκαν κάποιες από αυτές. Αλλά για ν’ αναγνωρίσουν
στους Έλληνες το δικαίωμα Ελευθερίας
και σύστασης δικής τους Κρατικής υπόστασης. Κι αυτό γίνεται για πρώτη φορά.
Όπως πρώτη φορά σ΄ επίσημο διακρατικό
Ευρωπαϊκό έγγραφο
κατονομάζεται η
Χώρα με την ονομασία: Ελλάς, και, οι ως τότε ραγιάδες ή και ρωμιοί, με το
εθνικό τους όνομα: Έλληνες.
Αυτό να μην το
ξεχάσετε.
Ο Τσάρος «…Φρονεί
λοιπόν ότι, κατά τα παραδείγματα αυτού του τουρκικού κράτους συμφέρει να
συστηθώσι τρεις υποτελείς τη Πύλη ηγεμονίαι επί της Στερεάς Ελλάδος:
Η μεν εκ Θεσσαλίας, Βοιωτίας και Αττικής,
ό εστι της Ανατολικής Ελλάδος.
Η δε εξ Ηπείρου και Ακαρνανίας, ό εστι
της Δυτικής Ελλάδος, της άλλοτε ενετικής παραλίας, εξαιρουμένου του υπό το
σκήπτρον της Αυστρίας μέρους.
Η δε εκ Πελοποννήσου και Κρήτης, ό εστιν
εκ της Μεσημβρινής Ελλάδος.
Αι δε νήσοι να διοικώνται δημογεροντικώς καθώς
και μέχρι τούδε…
Φρονεί δε η Ρωσία ότι και αι ελπίδες των
Ελλήνων περιορίζονται ευλόγως εντός τούτων των όρων, διότι υπ’ αυτούς ελεύθεροι
θα είναι και αυτοί και ελεύθερον διόλου και το εμπόριόν των υπό την εθνικήν
σημαίαν των.
Ο δε Πατριάρχης των Ελλήνων, όστις θα εδρεύη
και εις το εξής εν Κωνσταντινουπόλει, θ’ αντιπροσωπεύη κατά τινα τρόπον το
έθνος.
Φρουραί τουρκικαί θα κάθηνται μόνον εντός
τινων φρουρίων εν ωρισμένη περιφερεία, αλλ’ ούτε πασάς ούτε διοικητής Τούρκος
θα στέλλεται.
Πάσα δε ηγεμονία θα δίδη φόρον ανάλογον
ως προς την έκτασίν της και τους πόρους της.
Δευτέρα δε σύσκεψις των Δυνάμεων θα κανονίση τα
του εσωτερικού διοργανισμού των ηγεμονιών…» (Απόσπασμα υπομνήματος Τσάρου
Αλεξάνδρου Α΄ από Διον. Κόκκινου, ό.π.,
σ.312/313).
Δε σήκωνε τότε, δεν ανεχόταν, το Ευρωπαϊκό Κατεστημένο κάτι καλύτερο. Κι αυτό, ακούσατε ότι «σαμποταρίστηκε»,
για να μην υλοποιηθεί. Πολύ δε περισσότερο δεν ανεχόταν ο δυνάστης των Ελλήνων συζήτηση
περί της Λευτεριάς των «ραγιάδων γκιαούρηδων», που τους
μεταχειριζόταν ως πρόβατα της νομής του…
Στην Πελοπόννησο, που μαινόταν ο στημένος από
τη Βρετανία εμφύλιος, άρχισε στις 24.2.1825 η απόβαση των υπό τον Ιμπραήμ Αιγυπτιακών στρατευμάτων. Κ ενώ αυτός ο εμφύλιος εξελισσόταν
δραματικά με τη σύμπραξη των «ρουφιάνων»
Σιωνιστών πραχτόρων των Αγγλογάλλων και μεγαλουργούσε, ο Απελευθερωτικός Αγώνας των Ελλήνων
πατριωτών εξέπνεε!
Και πνέοντας τα
λοίσθια, άφηνε το πολύτιμο απόχτημά του στη διαχείριση κ εκμετάλλευση των
Βρετανών πραχτόρων, με πολιτικούς αρχηγούς τους διαπλεκόμενους
Σιωνιστές: Αλέξ. Μαυροκορδάτο, Γ. Κουντουριώτη, Ιω. Κωλέττη, Ανδρέα Ζαϊμη. Στρατιωτικούς Αρχηγούς δε αυτούς τούτους τους
Βρετανούς πράχτορες. Στρατηγό Τσουρτς και Ναύαρχο Κόχραν. Αυτούς, που η Γ΄ Εθνοσυνέλευση διόρισε και
κατοχύρωσε. Και κάτω από αυτούς
ευάριθμους άλλους διαπλεκόμενους Σιωνιστές ημεδαπούς κι αλλοδαπούς εκτελεστές
των εντολών τους. Να δολοφονούν και να φυλακίζουν τους αντιτασσόμενους στα
σχέδιά τους. Να διασπαθίζουν και να καταχρώνται τη φορολογία και τον εξωτερικό
δανεισμό. Και να προσπαθούν να οδηγήσουν
τον Ελληνισμό κάτω από τη Βρετανική υποδούλωση, με την ίδρυση στην Ελλάδα
Βρετανικού Προτεκτοράτου.
Οι Βρετανοί αυτοί πράκτορες εκμεταλλευόταν την παρουσία του Ιμπραήμ
και το αισχρό αποτέλεσμα του εμφύλιου, για να εκβιάσουν τους Αγωνιστές και
να προσθέσουν και την Ελλάδα στην
Βρετανική Κοινοπολιτεία! Οι δε Γραικύλοι απαιτούσαν Εθνοσυνέλευση, με σκοπό να
παρασύρουν τους εθνοπατέρες σε αποφάσεις ευνοϊκές προς τους σκοπούς τους, με
προσχήματα:
1. Την αποκατάσταση της εμφύλιας διαμάχης, που αυτοί προκάλεσαν, με τις δολιότητές τους.
2. Την αναθεώρηση
του Συντάγματος, γιατί σ’ αυτό επέρριπταν τις ευθύνες του εμφυλίου, τον
οποίο προκάλεσαν, κουρελιάζοντας το Σύνταγμα, ακριβώς όπως συμβαίνει και
σήμερα.
3. Την εκλογή Κυβερνήτη
της Ελλάδας κ Ηγεσίας του Στρατεύματος, αρεστούς στη
Βρετανία, ώστε να ολοκληρώσουν την προδοσία μέσω αυτών.
4. Την επιδίωξη Ειρήνευσης
με την Ο.Α., μέσω Βρετανικής
παρέμβασης, κι απώτερο στόχο το στήσιμο στην Πελοπόννησο Βρετανικού Προτεκτοράτου!
5. Την αποτελεσματική
αντιμετώπιση των Αιγυπτιακών δυνάμεων, ενώ, κατά την απόβαση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ, η «Κυβέρνηση» είχε φυλακίσει κι απομονώσει
στην Ύδρα τον Κολοκοτρώνη και στενούς συνεργάτες του. Έτσι, οι κοντόφθαλμοι και
καρεκλοκένταυροι Πολιτικοί, ερήμην της
Στρατιωτικής Ηγεσίας του Αγώνα, διευκόλυναν
την απόβαση μεγάλων κ ισχυρών
εχθρικών δυνάμεων στα Μεθωνοκόρωνα. Και,
αφού επέτρεψαν σ’ αυτές να εδραιωθούν,
επιδίωξαν την ανεπιτυχή καταπολέμησή
τους!
Η Βρετανία, διά του
τάχα Φιλέλληνα Γ. Κάννινγκ, σχεδίασε και πέτυχε να εκμαιεύσει κατάπτυστες επιστολές κ επίσημο
έγγραφο από την Εθνοσυνέλευση. Με αυτά τα έγγραφα οι «Έλληνες» φέρονται ότι ανέθεταν στη Βρετανία την αποκλειστική
εργολαβία διαμεσολάβησης, για την απαλλαγή τους από τον Ιμπραήμ
και το ζυγό της Ο.Α., καθώς και την από αυτήν προστασία
του Ελληνικού Έθνους.
Την 1.12.1825 όμως
επήλθε ο ξαφνικός «θάνατος» του Τσάρου Αλεξάνδρου
Α΄ και τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Νικόλαος
Α΄.
Με την άνοδό
του Νικολάου στο θρόνο, ευνοήθηκε η
φιλοπόλεμη μερίδα των Ρώσων. Αναδείχτηκε στα πολιτικά πράγματα. Απαίτησε από το νέο Τσάρο πόλεμο κατά της Ο.Α..
Μάλιστα ο πρώην Πρεσβευτής της Ρωσίας Κόμης Γρ. Στρογγανώφ εισηγήθηκε στις
30.1.1826 στο νέο Τσάρο την κήρυξη πολέμου κατά της Ο.Α.. Ως
αιτίες πολέμου επικαλέστηκε την αθέτηση εφαρμογής των όρων της Συνθήκης Βουκουρεστίου 1812 και την
επίλυση του Ελληνικού Ζητήματος, για
τη σωτηρία των Ελλήνων Χριστιανών από
τη βαρβαρότητα των Τούρκων. Διαβεβαίωνε
μάλιστα τον Αυτοκράτορα πως, ο Ρωσικός Λαός στο σύνολό του θα
επικροτούσε την απόφασή του κι ανεπιφύλαχτα θα τον ακολουθούσε στον πόλεμο.
Στις 7.3.1826
η Ρωσία απαίτησε από την Ο.Α. με τελεσίγραφο την εφαρμογή των
όρων της Συνθήκης του Βουκουρεστίου 28.5.1812 μέσα σ’ έξι (6) μέρες,
με την απειλή αποχώρησης από
την Πόλη του
Επιτετραμμένου της Μ. Μιντσάκυ (Μinciaky).
Η Βρετανία θορυβήθηκε. Τόσον από την εύκολη
κατάπνιξη του κινήματος των Δεκεμβριστών, από το οποίο ευελπιστούσε
κέρδη. Όσο κι από την έξαρση των πολεμικών διαθέσεων του Ρωσικού Λαού.
Καθώς, κι από την αναπάντεχη αποφασιστικότητα του Νικολάου.
Γι’ αυτό κ έσπευσε να προλάβει, πριν αυτός προχωρήσει
σε πόλεμο κι αποσπάσει την εύνοια των Ελλήνων.
Έστειλε λοιπόν
διαπραγματευτή της στην Πετρούπολη το Στρατηγό Ουέλλιγκτον, με
πρόφαση τη μεταφορά των συγχαρητηρίων του Βασιλιά της Βρετανίας στο νέο Αυτοκράτορα της Ρωσίας Νικόλαο Α΄. Όμως σκοπός πραγματικός
της αποστολής του Στρατηγού, ήταν:
- Η δέσμευση της Ρωσίας
ν’ αποδεχτεί Βρετανικό τροποποιημένο και
«βελτιωμένο» σχέδιο ειρήνευσης των Ελλήνων, διά της ανατροπής του «Σχεδίου των τριών Τμημάτων».
- Ν’ αφαιρέσει
από τη Ρωσία την πρωτοβουλία επίλυσης του Ελληνικού Ζητήματος. Και τη, μέσω αυτής, εκμετάλλευση
του Ελληνικού Ζητήματος ως αιτία πολέμου κατά της Ο.Α.
Με τον τρόπο
αυτό η Βρετανία θα πετύχαινε:
- Την αποφυγή
Ρωσοτουρκικού πολέμου, και τη, μέσω
αυτού, επέχταση σ’ εδάφη της Ο.Α. κι αναβάθμιση της Ρωσίας.
- Την αποφυγή αύξησης της Ρωσικής επιρροής στους Έλληνες.
- Την καπηλεία
του Ελληνικού Ζητήματος. Έτσι, μπορούσε να
παρουσιάσει στους μεν Έλληνες ως Βρετανική πρωτοβουλία
κ ενέργεια την απελευθέρωσή
τους. Στη δε Ο.Α. ως Βρετανική εκδούλευση την ειρήνευση των Ελλήνων και την αποφυγή του έτοιμου να εκραγεί Ρωσοτουρκικού
πολέμου.
Ο Ρώσοι
Διπλωμάτες αντιλήφτηκαν τις προθέσεις Ουέλλιγκτον. Δέχτηκαν ευνοϊκά την πρόταση της Βρετανίας για ίδρυση
ενιαίου αυτόνομου Ελληνικού Κράτους.
Συμφώνησαν στις
γενικότητες. Αποδέχτηκαν αρχικά τη ίδρυση ΕΝΙΑΙΟΥ Αυτόνομου υποτελούς ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ Κράτους.
Επιφυλάχτηκαν όμως κι άφησαν να συζητήσουν υστερότερα το πώς θα ήταν αυτό το
Κράτος. Πως θα ρυθμιζόταν ο φόρος υποτέλειας, η αποζημίωση των Τούρκων, για τις
ακίνητες περιουσίες, που θα εγκατέλειπαν
κατά την αποχώρησή τους. Δεν καθόριζαν τα όρια, που θα οριζόταν, και την
Επικράτεια, που θα εχτεινόταν το
Ελληνικό αυτό Κράτος. Συνιστούσαν, αλλά δεν επέβαλαν ανακωχή των εμπολέμων. Και ζητούσαν από αυτούς την αποδοχή κ εφαρμογή
του Πρωτοκόλλου.
Φανερό ήταν πως είχαν συναίσθηση ότι αν
προχωρούσαν στις λεπτομέρειες δεν επρόκειτο να συμφωνήσουν. Άφησαν λοιπόν
«φλου» τη συμφωνία και περιορίστηκαν μόνο στην έκφραση της επιθυμίας τους, για
την ίδρυση Ελληνικού Κράτους.
Έτσι, με θεωρούμενη ως πρωτοβουλία της Βρετανίας
την πρόταση, υπογράφηκε το αόριστο Πρωτόκολλο της Πετρούπολης 23.3/4.4.1826,
που το μόνο που καθόριζε ήταν η
κοινή βούληση των δυο Κρατών, για ίδρυση Ελληνικού Κράτους.
Μ’ αυτό, πρώτη φορά επίσημα, αναγνωρίζεται το δίκαιο των Ελλήνων και γίνεται αποδεχτή
η ίδρυση, έστω, ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ υποτελούς
Ελληνικού Κράτους.
Αυτό, αποτέλεσε
την ουσιαστική κατάργηση της ανίερης
«Ιεράς Συμμαχίας».
Ο Στρατηγός Ουέλλιγκτον αποχώρησε από την
Αγία Πετρούπολη απόλυτα ικανοποιημένος. Όμως ο τάχα φιλέλληνας Πρωθυπουργός Γ.
Κάννινγκ γίνηκ’ έξω φρενών για την αποτυχία του, γιατί:
- Οι Ρώσοι διαπραγματευτές
πέτυχαν τη μεταστροφή του μέσου διαπραγμάτευσης σε σκοπό της διαπραγμάτευσης.
Στόχος της ήταν η αποτροπή επικείμενου Ρωσοτουρκικού πολέμου. Η μείωση του
κύρους της Ρωσίας στην Ελλάδα. Κ η παρεμπόδιση της εδαφικής
επέχτασης της Ρωσίας στη Βαλκανική.
Η
πρόταση ίδρυσης ενιαίου αυτόνομου
κολοβού υποτελούς Ελληνικού Κράτους, αποτελούσε το μέσο, το εργαλείο, το
δόλωμα, που θα χρησιμοποιούσε ο Βρετανός
διαπραγματευτής, για να πιάσει το ψάρι…
Αυτή η αποτυχία υποχρέωσε τη Βρετανία να σπεύσει υστερότερα ν’ αναβαθμίσει την πρότασή της και
ν’ αποδεχτεί την ίδρυση Ενιαίου
Ελεύθερου Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, ύστερ’ από τη σταδιακή
υπογραφή τριών ακόμη ενδιάμεσων πρωτοκόλλων. Κι’ αυτό, προκειμένου:
- Να καπελώσει
η Βρετανία τη Ρωσία.
- Ν’ αποσπάσει τους Έλληνες από την επιρροή της Ρωσίας.
Και, να επιβάλει τη δική της
επιρροή σ’ αυτούς μέσω της προπαγάνδας.
Σημαντική η επιτυχία της Ρωσίας. Έσυρε
με τον τρόπο της τη Βρετανία,
ώσπου την υποχρέωσε ν’ αποδεχτεί την ίδρυση Ελεύθερου Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους.
Ακόμη κ η Γαλλία αιφνιδιάστηκε κι ανατρίχιασε
στην αίσθηση πως έμεινε μόνη και
…νηστική!
Υπήρχε όμως
ανοιχτή πόρτα ν’ αποδεχτεί τόσον αυτή, όσο κ οι άλλες Μ.Ε.Δ. το Πρωτόκολλο, και να
συμμετάσχουν στη δεύτερη φάση κατά τη συζήτηση των λεπτομερειών εφαρμογής
του.
Ο Νικόλαος
όμως δεν τις περίμενε. Έθεσε αμέσως σε κίνηση το μηχανισμό του πολέμου. Έτσι, στις
24.10.1826 υπογράφηκε η Ρωσοτουρκική Συνθήκη του Άκκερμαν
(Αckerman), υπό την πίεση κήρυξης και με
την ελπίδ’ αποφυγής του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Μ’ αυτήν τη
Συνθήκη επιβλήθηκε στην Ο.Α.:
- Η ανανέωση των
υποχρεώσεών της για πλήρη εφαρμογή των όρων της Ρωσοτουρκικής
Συνθήκης του Βουκουρεστίου του 1812 κι αυτή τους αποδέχτηκε.
Όμως για το Ελληνικό
Ζήτημα, αποφεύχθηκε προσεχτικά και δεν έγινε συζήτηση στο Άκκερμαν, αν
κ η Ο.Α. εξακολουθούσε να μη δέχεται την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου
της Πετρούπολης. Το γιατί απέφυγε η Ρωσία
τη συζήτησή του στο Άκκερμαν θα
το διαπιστώσετε στη συνέχεια.
Ο ΥΠΕΞ
της Ρωσίας Νέσσελροντ όμως έστειλε
στις 9.1.1827 την ακόλουθη οδηγία προς τον Πρεσβευτή της στο Λονδίνο
Λιέβεν:
«Τα πραγματικά εξαναγκαστικά μέτρα, στα
οποία αποδίδομε μεγάλη σημασία είναι να ενωθούν οι ναυτικές μας μοίρες, με
στόχο να εμποδίσομε την είσοδο τουρκικών ή αιγυπτιακών ενισχύσεων στρατιωτών,
όπλων, πλοίων και πολεμοφοδίων στην Πελοπόννησο ή στο Αρχιπέλαγος… Αν ο κ.
Κάννινγκ αρνηθεί μια συνθήκη σύμφωνη με τις δικές μας επιθυμίες… ο αυτοκράτοράς
μας θα σας υποβάλει μια άλλη μέθοδο διαπραγματεύσεων, ως εφεδρικό μέσο, που θα
μεταχειριστείτε σε έσχατη ανάγκη…».
Αυτή η οδηγία ομολογεί το σχεδιασμό, που είχε ως αποτέλεσμα την επέμβαση των Μ.Ε.Δ. στο Ναυαρίνο. Έτσι
πιστοποιούμε από πού και πως
μεθοδεύτηκε η σύγκρουση στο Ναυαρίνο και κατανοούμε το γιατί ο «Φιλέλληνας» Γ. Κάννινγκ τιμώρησε,
αντί να επιβραβεύσει το Ναύαρχο Κόδριγκτον για την επιτυχία του.
Η πορεία των γεγονότων υποχρέωσε τη Βρετανία να
προκαλέσει πολλές μηχανορραφίες. Να πιέσει τη «Διαρκή Διάσκεψη Πρεσβευτών», που λειτουργούσε στο Λονδίνο.
Να εκμαιεύσει από αυτή νέο Πρωτόκολλο.
Να επιβάλει την υπογραφή του στις 24.6/6.7.1827. Κι όλ’ αυτά, προκειμένου να καπελώσει τη Ρωσία. Αυτό το «Πρωτόκολλο
του Λονδίνου» γίνηκε γνωστό κι ως
«Ιουλιανή Σύμβαση».
Αυτό αποδέχτηκε
και συνυπέγραψε κ η Γαλλία.
Μ’ αυτό το Πρωτόκολλο γίνεται διασάφηση
του προηγούμενου, που είχε υπογραφεί στην Πετρούπολη. Γίνεται ακόμη αποδοχή από τις Μ.Ε.Δ. επιβολής εξαναγκασμού
στην Ο.Α. ν’ αποδεχτεί την εφαρμογή
των όρων της «Ιουλιανής Σύμβασης», με την προσθήκη σ’ αυτό και «μυστικού» άρθρου.
Μ’ αυτή τη
Σύμβαση αναγνωρίζουν οι τρεις πια Μ.Ε.Δ. Ελληνικό Έθνος εμπόλεμο. Έθνος, που
διεξάγει απελευθερωτικό κι όχι
αντικαθεστωτικό αγώνα. Εκφράζουν τη
θέλησή τους να συνάψουν διπλωματικές σχέσεις με τους Έλληνες.
Που σημαίνει αναγνώριση επίσημα της
Ελλάδας ως Κράτους. Και συστήνουν στους αντιμαχόμενους ν’ αποδεχτούν την ανακωχή.
Διαφορετικά,
«…αι
ρηθείσαι Υψηλαί Δυνάμεις έχουν σκοπόν να μεταχειρισθούν όσα μέτρα αι
περιστάσεις υπαγορεύσουν εις την φρόνησίν των, διά να επιτύχουν την επιθυμητήν
ανακωχήν, προλαμβάνουσαι, όσον δύνανται, κάθε σύγκρουσιν μεταξύ των
διαφερομένων μερών.»(ό.π., τ.6, σελ. 140/141)
Ένα μήνα υστερότερα, 8.8.1827, ο Γεώργιος
Κάννινγκ απεβίωσε και τον διαδέχτηκε ο
Υποκόμης Γκόντεριχ.
Το περιεχόμενο του Πρωτοκόλλου της 24.6/6.7.1827 δεν ήταν το επιθυμητό από τους Έλληνες.
Όμως, από το Λονδίνο που
βρισκόταν τότε με προορισμό την Ελλάδα ο Κυβερνήτης Ιω. Καποδίστριας,
σύστησε στην Προσωρινή «Αντικυβερνητική
Επιτροπή» της Ελλάδας, με το από 19.8.1827 γράμμα του, ότι,
αν προσκληθούν οι Εκπρόσωποι του Έθνους και της Εξουσίας, «θέλουσιν
αποκριθή χωρίς τινα δισταγμόν ότι το Ελληνικόν έθνος, επιστηριζόμενον με
τελείαν πίστιν εις τους χριστιανικούς και ευμενείς σκοπούς της Αυτών
Μεγαλειότητος…, αποδέχεται τα άρθρα της συνθήκης της 6ης του
παρελθόντος Ιουλίου, τα διαλαμβάνοντα την ειρήνευσιν της Ανατολής…» (ό.π., σελ.142).
Έτσι το Πρωτόκολλο γίνηκε αποδεχτό από
την Επανάσταση, και… «Χριστός Ανέστη»!
Όμως αυτό απορρίφτηκε από την αλαζονεία της Υψηλής
Πύλης της κολάσεως. Η αλαζονεία της αυτή, υποθαλπόμενη κι από τους
Πρεσβευτές Βρετανίας και Γαλλίας, τη μόχλευσε ακόμη να παραβεί και τις συνθήκες
Άκκερμαν(24.10.1826) και Βουκουρεστίου (28.5.1812) και να
επιμένει να τις αγνοεί παρά τις προειδοποιήσεις της Ρωσίας.
Η υπαναχώρησή της αυτή αποτελούσε το βούτυρο στο ψωμί
των Ρώσων πολεμοχαρών.
Η δε έκδοση
στις 20.12.1827 από το Διβάνι του περίφημου Μπεγεναμέ,
αποτέλεσε την αφορμή κήρυξης του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1828-1829.
Και τούτο,
γιατί με τη Διακήρυξη αυτή η Ο.Α.:
- Ακύρωνε τις παραπάνω Ρωσοτουρκικές Συνθήκες και δήλωνε πως
αρνείται να τις εφαρμόσει.
- Έριχνε τις ευθύνες της έτσι εξέλιξης των πραγμάτων
στη Ρωσία.
- Αγνοούσε την Ιουλιανή
Σύμβαση. Δεν αναφερόταν καθόλου σ’ αυτή, ως να μην υπήρχε. Κι αυτό σήμαινε τη σκόπιμη αποσιώπηση
και πεισματική άρνηση της Ο.Α. ν’ αποδεχτεί αυτή την
απόφαση των Μ.Ε.Δ..
Η Διακήρυξη
(Μπεγεναμέ) αυτή του Διβανιού, αποτέλεσε τη μαρμελάδα στο ψωμί των Ρώσων πολεμοχαρών.
Οπότε δεν έμενε άλλο από την κήρυξη του
αναμενόμενου Ρωσοτουρκικού πολέμου, που κηρύχτηκε, επιτέλους,
και τα Ρωσικά στρατεύματα πέρασαν τον Προύθο ποταμό στις 24.4.1828, όπως ο Αλέξ.
Υψηλάντης το Φλεβάρη του 1821.
Μέσα στο Γενάρη του 1829 ο ΥΠΕΞ της
Ρωσίας Νέσσελροντ ενημέρωσε τον Πρεσβευτή του στο Λονδίνο Λιέβεν
τις θέσεις της εμπόλεμης Ρωσίας ως προς τις σχέσεις της με τις
υπόλοιπες Μ.Ε.Δ. αναφορικά με την επίλυση του Ελληνικού προβλήματος.
Ο τότε ΥΠΕΞ της
Βρετανίας Άμπερντιν έσπευσε να εκβιάσει πάλι τη «Διαρκή Διάσκεψη Πρεσβευτών» του Λονδίνου, για υπογραφή τέταρτου Πρωτοκόλλου
προς επίλυση του Ελληνικού προβλήματος με πιο βελτιωμένους όρους, πλην
όμως ανεπαρκείς για τους Έλληνες.
Ήθελε να προλάβει και να δημιουργήσει τετελεσμένα, πριν
από τον τερματισμό του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Έτσι, ώστε να έχει
δεσμευτεί η Ρωσία και να μην επιδιώξει κάτι παραπάνω για την Ελλάδα
μέσω της βίας. Βίας, που επιβάλλεται σε τέτοιες περιπτώσεις στους ηττημένους,
και κάτω από την οποία συντάσσεται μια Συνθήκη
ειρήνης. Και «ουαί τοις ηττημένοις».
Προσπαθούσε μάλιστα εναγώνια ν’ αποσυνδέσει το Ελληνικό ζήτημ’ από τις
διαφορές Ο.Α. – Ρωσίας, που αποτέλεσαν την αιτία πολέμου. Κι αυτό, για
να μη γίνει η παραμικρή αναφορά περί Ελληνικού Ζητήματος στην
επικείμενη Ρωσοτουρκική Συνθήκη Ειρήνης. Να μην υπάρξει δέσμευση της Ο.Α.,
προερχόμενη από τη βία της ήττας, που θα ματαίωνε τις βλέψεις της Βρετανίας
στην περιοχή. Κι αυτά, ενώ βρισκόταν στο κατώφλι της δεύτερης φάσης του ο Ρωσοτουρκικός.
Η Γαλλία
συνηγορούσε στις προσπάθειες Άμπερντιν,
για τον ίδιο λόγο, αλλά, για δικό της λογαριασμό.
Υπογράφηκε
λοιπόν τέταρτο στη σειρά Πρωτόκολλο για την ειρήνευση Ελλήνων – Ο.Α.
στις 10/22.3.1829, επί Πρωθυπουργού της Βρετανίας Ουέλλιγκτον κ ΥΠΕΞ Άμπερντιν, ενώ η δεύτερη φάση του Ρωσοτουρκικού
είχε πάρει το δρόμο της. Ήταν τέτοιες οι πιέσεις που άσκησε ο Άμπερντιν στους Πρεσβευτές Γαλλίας
και Ρωσίας κατά τη συνεδρία της «Διαρκούς Διάσκεψης», ώστε ο Λιέβεν της Ρωσίας ν’ απαιτήσει να χαραχτηριστεί ως προσωρινό αυτό το Πρωτόκολλο
και κάθε άλλη πράξη που θα παιρνόταν από τη Δ.Δ.Π.Λ. ως το τέλος του πολέμου. Με την παρέμβασή του αυτή, μετέθετε
την οριστική επίλυση του Ελληνικού
Ζητήματος μετά το τέλος του Ρωσοτουρκικού
πολέμου.
Το κείμενο αυτού του Πρωτοκόλλου, σε
συνάρτηση με την εμπόλεμη κατάσταση που επικρατούσε στα Βαλκάνια,
καταμαρτυρεί πως, τόσον η Βρετανία όσο κ η Γαλλία, δεν επιδίωξαν
με τη σύνταξή του τη λύση του Ελληνικού Ζητήματος. Επιδίωξαν την
ελάφρυνση της δεινής θέσης που βρισκόταν η Ο.Α.. Τη βοήθεια της Ο.Α. να ξεπεράσει τις δυσκολίες, που
αντιμετώπιζε στο μέτωπο της Βαλκανικής. Και προσέφεραν σ’ αυτή την
αποδέσμευση στρατιωτικών μονάδων από την Ελλάδα.
Όμως δεν εχτίμησαν σωστά την ευστροφία, την
αποφασιστικότητα, τη διπλωματική δεινότητα και τον πατριωτισμό του Καποδίστρια,
που ωστόσο είχε αναλάβει Κυβερνήτης της Ελλάδας.
Αυτός δεν αποδέχτηκε την εκεχειρία, που
επιδίωξαν να επιβάλουν στους αγωνιζόμενους Έλληνες
στη Στερεά. Κατάλαβε πως,
μέσω αυτής, επιδίωκαν δυο πράγματα. Από τη μια, ν’ αποδεσμεύσουν μέρος των
μονάδων Τουρκικού στρατού, που ήταν
εκεί καθηλωμένες και να τις προωθήσουν σ’ ενίσχυση του μετώπου της Βαλκανικής.
Κι από την άλλη, να παραμένουν οι Τούρκοι κυρίαρχοι της Στερεάς. Έτσι, ώστε, ως Τουρκοκρατούμενη περιοχή η Στερεά, να εξαιρεθεί από την Ελληνική
και να παραμείνει στην Επικράτεια της
Ο.Α.. Τα δε όρια του Ελληνικού κράτους να μην υπερβούν τον Ισθμό της
Κορίνθου. Αυτή τη σκοπιμότητα επιδίωκε να πετύχ’ η Βρετανία σε βάρος των Ελλήνων, κ έμμεσα της Ρωσίας.
Προσπαθούσε
ακόμη για τους ίδιους λόγους, μετερχόμενη άλλους τρόπους και μέσα, να προκαλέσει διχόνοια στους επικεφαλής και
στους άνδρες των Επαναστατικών Σωμάτων και του ταχτικού Ελληνικού
στρατού. Να τους στρέψει σε νέο εμφύλιο. Να τους αδρανοποιήσει, διά του Τσουρτς
και μερικών άλλων γνωστών πραχτόρων της, που δρούσαν στη Στερεά, ώστε να μπορούν έτσι ν’ αντιμετωπιστούν οι Έλληνες
με πιο λίγες Τουρκικές δυνάμεις.
Οργίασαν
τότε οι πράχτορες Τσουρτς, Κόχραν και Μαυροκορδάτος!
Μεθόδευσαν και πέτυχαν στάση του ταχτικού Ελληνικού στρατού και των ατάχτων.
Παραλίγο να ξεσπάσει νέος εμφύλιος, που αποτράπηκε χάρη στις ικανότητες του
Καποδίστρια.
Κατά τη δεύτερη φάση του Ρωσοτουρκικού οι
εξελίξεις ήταν ραγδαίες και στο Ανατολικό μέτωπο και στο των Βαλκανίων.
Μετά την πτώση της Σωζόπολης, τη διάβαση του Αίμου και την
κατάληψη της Αδριανούπολης, η Ρωσική στρατιά των Βαλκανίων
απειλούσε την ίδια την πρωτεύουσα της Ο.Α..
Οι δε
Πρεσβευτές Βρετανίας και Γαλλίας πίεζαν το Διβάνι ν’ αποδεχτεί τα
Πρωτόκολλα, που αφορούσαν στην επίλυση του Ελληνικού Ζητήματος,
πριν από την ύστατη ώρα του τέλους του πολέμου. Να κλείσει το Ελληνικό Ζήτημα. Να μη βρεθεί ανοιχτό το θέμα κατά τη στιγμή
σύναψης Ρωσοτουρκικής Συνθήκης Ειρήνης. Αυτό, που ενδιέφερε πιο πολύ τους Αγγλογάλλους
να προλάβουν, ήταν η παγίωση των χερσαίων ορίων Ελλάδας –
Ο.Α. στον Ισθμό, κ η αποδοχή Ελληνικού Κράτους Αυτόνομου κι όχι
Ανεξάρτητου. Έτσι, ώστε να περιοριστεί το Ελληνικό Κράτος μόνο στην Πελοπόννησο,
να μην είναι Ανεξάρτητο, ώστε να έχουν περιθώρια να εγγράψουν υποθήκες
σ’ αυτό μόνον αυτοί, χωρίς να μείνουν περιθώρια για επιρροή της Ρωσίας στους Έλληνες και δυνατότητες των
Ελλήνων να διατηρήσουν Κράτος, χωρίς την κηδεμονία της Βρετανίας.
Το Διβάνι, είχε αντιληφτεί πια ότι οι
Εκπρόσωποι των Βρετανών και των Γάλλων εξαπατούσαν κι αυτό, όπως και
τους Έλληνες! Το καθοδηγούσαν προς εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων.
Αδιαφορούσαν δε, για τις επιπτώσεις, που είχαν πάνω στα συμφέροντα της Ο.Α. οι συμβουλές κ η διαμεσολάβησή
τους.
Έτσι το
Διβάνι, παρόλη την αλλοφροσύνη που επικρατούσε σ’ αυτό από τον τρόμο, που
προκαλούσε η απειλή διάλυσης της
Αυτοκρατορίας, δεν προχώρησε προς αποδοχή των παραινέσεων των Αγγλογάλλων. Διατήρησ’ επικεντρωμένη την προσοχή του στην
αντιμετώπιση του Ντιέμπιτς, που
βρισκόταν προ των πυλών.
Η δε Βρετανία υποχρεώθηκε
σε νέα παραχώρηση προς τους Έλληνες,
ώστε να προλάβει τη Συνθήκη Ειρήνης και να κερδίσει στις εντυπώσεις. Προσκάλεσε
σε συνεδρία τη Δ.Δ.Π.Λ.. Επιδίωξε
την υπογραφή νέου Πρωτοκόλλου. Υποχώρησε
κι αποδέχτηκε, αντί του Αυτόνομου και
φόρου υποτελούς στο Σουλτάνο Ελληνικού Κράτους, την ίδρυση Ελεύθερου Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους,
και προσυπέγραψε το Πρωτόκολλο της 10/22.3.1829!!
Ο Αρχιστράτηγος της Ρωσικής Στρατιάς Ντιέμπιτς απαίτησε,
με τη Συνθήκη ειρήνης, που
υπογράφηκε στις 2/14.9.1829 στην
Αδριανούπολη, τη συμμόρφωση της Ο.Α.
στα τέσσερα αιτήματα της Ρωσίας:
- Πιστή εφαρμογή των Συνθηκών Άκκερμαν και
Βουκουρεστίου.
- Αποζημίωση της Ρωσίας από την Ο.Α. για τις
δαπάνες του πολέμου και τις απώλειες που υπέστη, από την παρεμπόδιση της
ομαλής διεξαγωγής του εμπορίου.
- Πλήρη ελευθερία διάπλου των Στενών και του Εύξεινου Πόντου και
κατάργηση των νηοψιών, που ενεργούσε η Ο.Α.
- Λύση του Ελληνικού Προβλήματος και πλήρη αποδοχή
από την Ο.Α. των όρων της
Ιουλιανής Σύμβασης της 6.7.1827 και της
πράξης της 10/22.3.1829.
- Η Ο.Α. υποχρεώθηκε
από τη Ρωσία να δεχτεί και να
συμφωνήσει στον ακρωτηριασμό της. Αποδέχτηκε τη Συνθήκη
αυτή, της οποίας το άρθρο 10 αναφέρει.
«Ομολογούσα η Υψηλή Πόρτα την τελείαν αυτής
συγκατάθεσιν εις τα ωρισμένα εν τη του Λονδίνου συνθήκη της 24ης Ιουνίου/
6ης Ιουλίου 1827 μεταξύ της Ρωσίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της
Γαλλίας, συναποδέχεται και την πράξιν της 10/22 Μαρτίου 1829, εκ συμφώνου
μεταξύ των αυτών τούτων Δυνάμεων αποφασισθείσαν επί τη βάσει της ειρημένης
συνθήκης και διαλαμβάνουσαν τους προς την οριστικήν εκείνης εκτέλεσιν
λεπτομερείς συμβιβασμούς.
Ευθύς δε μετά την συναλλαγήν των επικυρώσεων
της παρούσης περί ειρήνης συνθήκης η Υψηλή Πόρτα θέλει διορίσει πληρεξουσίους
διά να συμφωνήσωσι μετά της Ρωσικής
Αυτοκρατορικής Αυλής και των Αυλών της Αγγλίας και της Γαλλίας περί της
εκπληρώσεως των ειρημένων ορισμών και συμβιβασμών».
Αυτό αποτελεί τη συμβολαιογραφική πράξη ίδρυσης κι
αναγνώρισης νέου ενιαίου Ελεύθερου Ανεξάρτητου
Ελληνικού Κράτους, ύστερ’ από την κατάλυση της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας.
Σωστό και δίκαιο είναι ν’ αναγνωριστεί και να γίνει
συνείδηση από τους Έλληνες το πραγματικό γεγονός. Να πάψει πια η Βρετανική
προπαγάνδα ν’ αποπροσανατολίζει και να δηλητηριάζει τον Ελληνισμό.
Αρκετά έχομε υποστεί από αυτή
και τη Δύση γενικότερα.
Χρωστούμε λοιπόν οι Έλληνες ν’ αναγνωρίζομε τη συμβολή στην απελευθέρωση της Ελλάδας και στην ίδρυση
ενιαίου ελεύθερου ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους τόσο στη Ρωσία, όσο και στον
Ιω. Καποδίστρια.
Ο Καποδίστριας
έδωσε πάντα όσα είχε, για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, στην
κυριολεξία κι όχι σε σχήμα λόγου. Το μόνο που πήρε από τους Έλληνες
ήταν μια σφαίρα, που έμεινε στο κορμί του και τον συνόδευσε στον τάφο. Κι αυτή
ήταν Αγγλογαλλική.
Ύστερ’ από τα παραπάνω, δεν πρέπει επ’ ουδενί να θεωρηθεί ότι έχω
προσβληθεί από γεροντική άνοια ή για λόγους άλλους, υποτιμώ, καταφρονώ,
παραγνωρίζω, και δε σηκώνω ψηλά ως τα ουράνια τους ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ,
που ως μια ψυχή, ως ένα σώμα, έδωσαν τα πάντα για την απελευθέρωση της Ελλάδας
και της Ελληνικής Φυλής. Το αίμα τους αποτέλεσε το τσιμέντο. Τα
κορμιά τους τ’ αγκωνάρια. Και πάνω σ’ αυτά θεμελιώθηκε και στήθηκε η Λευτεριά
του Τόπου και το Μεγαλείο της Ελληνικής Φυλής. Του Γένους,
του Έθνους των Ελλήνων, που σήμερα δώσαμε το δικαίωμα να τσαλαπατεί και
ν’ ατιμάζει ο εχθρός. Άλλοτε ντυμένος Βρετανός, άλλοτε Γερμανός
κι άλλοτε Αμερικάνος.
«Αισχρόν
εστι σιγάν, της Ελλάδος πάσης αδικουμένης…
Ου γαρ έστιν, ουκ έστι των έξω της
πόλεως εχθρών κρατήσαι πριν αν τους εν αυτή τη πόλει κολάσητε εχθρούς.»
(Δημοσθένης).
Σας ευχαριστώ, που είχατε την ευγένεια, την
καλοσύνη και την υπομονή να διαθέσετε μέρος από τον ελεύθερο χρόνο Σας και να
με υποστείτε.
Ευχαριστώ, επίσης, το Δ. Σ. του «Λυκείου των Ελληνίδων».
Όσο την Πρόεδρο, κ. Φέφη Βαλαρή,
τόσο και τα Μέλη, κ. Μαριέττα Ασημύτη - Εκκεκάκη, που είχε την καλοσύνη ν’
αναφερθεί στο πρόσωπό μου, με λόγια
θερμά, και τις κ.κ. Χαριτωμένη Ξεκάλου, Μαρία Σταματάκη, και Αναστασία
Μαρινάκη, που μου έκαμαν την τιμή
και συμπεριέλαβαν στις εκδηλώσεις του Ιστορικού Σωματείου κι αυτή μου
την ομιλία. Αυτή τη θερμή επικοινωνία μου, με το πολύ αγαπητό και προσφιλές μου Κοινό του Ρεθέμνους μας. Μια Κοινωνία,
που από αυτό το τιμημένο Βήμα αποχαιρετώ σήμερα, αποσυρόμενος, όχι από έλλειψη επιθυμίας
και θέλησης, αλλά από εξάντληση σωματικών δυνάμεων, ένεκα της οποίας αισθάνομαι
ότι τον «δρόμο τετέλεκα». Πλην όμως
δεν παραιτούμαι από τον Αγώνα. Και,
αν ο Θεός μου το επιτρέψει, θα
επανέλθω…
Να είστε όλοι
καλά κ ευτυχισμένοι.
Όσο βέβαια μπορείτε να είστε, κάτω από τις
αντίξοες συνθήκες διαβίωσης, που υποχρέωσαν Νάνοι ξενόδουλοι και ξενοκίνητοι Πολιτικοί, σε συνεργασία με τους προαιώνιους εχθρούς του Έθνους μας, να
διαβιώνομε οι Έλληνες…
«Ως πότε Παλικάρια να ζούμεν στα στενά,…
Καλλιώναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή
Παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή». (Ρήγας
ο Βελεστινλής: από το θούριο. )
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
*